Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

τῷ ἥπατι

См. также в других словарях:

  • ἥπατι — ἧπαρ liver neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡπατίτιδας — ἡπατί̱τιδας , ἡπατῖτις of fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡπατίτιδες — ἡπατί̱τιδες , ἡπατῖτις of fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡπατίτιδος — ἡπατί̱τιδος , ἡπατῖτις of fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡπατίτισιν — ἡπατί̱τισιν , ἡπατῖτις of fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • EXTISPICES — ab extis inspiciendis dicti sunt olim Auspices, qui e victimatum in aris occisarum visceribus, ex artis suae quae Extispicina dicta est, disciplina consideratis, sutura praedicebant; de qua Cic. Extis, inquit, omnes fere utimur. Haec viguit… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • PROMETHEUS — Iapeti et Clymenes fil. teste Poeta. Κούρην δ᾿ Ι᾿άπετος καλλίσφυρον Ω᾿κεανίνην Η᾿γάγετο Κλυμένην, καὶ ὁμὸν λέχος εἰσανέβαινεν, Η῾δὲ οἰ Α῎τλαντα κρατερόφρονα γείνατο παῖδα. Τίκτε δ᾿ ὑπερκύδαντα Μενοὶτιον, ἠδὲ Προμηθέα Ποικίλον, αἰολομῆτιν. Filium… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • εξαιμάτωσις — ἐξαιμάτωσις, η (Α) [εξαιματώ] (για τροφή) η μετατροπή σε αίμα («ἐν ἥπατι κατά τήν έξαιμάτωσιν», Γαλ.) …   Dictionary of Greek

  • συνεπικοινωνώ — έω, Μ [ἐπικοινωνῶ] μετέχω σε κάτι μαζί με κάτι άλλο («κἄν συνεπικοινωνῶσι τῷ ἥπατι τοῡ πάθους oἱ νεφροί», Ακτουάρ.) …   Dictionary of Greek

  • ἥπατ' — ἥπατε , ἥπατος masc voc sg ἥπατα , ἧπαρ liver neut nom/voc/acc pl ἥπατι , ἧπαρ liver neut dat sg ἥπατε , ἧπαρ liver neut nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»